
iloveithaki.gr, 5/11/2025
ένα ✦ κοινωνικοπολιτικό δοκίμιο του νιόνιου του μανιά του μήδη
•αυτό δεν είναι βιβλίο για ήρωες.
είναι για τους κανονικούς.
εκείνους που ξυπνούν κουρασμένοι, δουλεύουν περισσότερο απ’ όσο αντέχουν και ελπίζουν πιο δυνατά απ’ όσο τους συμφέρει.
για όσους έφυγαν και για όσους έμειναν.
για όσους δεν είχαν παππού με ακίνητα, ούτε μέσον.
για όσους έμαθαν να κρατάνε την ανάσα μέχρι να βγουν στην επιφάνεια.
το εισιτήριο γράφει 28 ευρώ.
όμως η διαδρομή κόστισε πολύ περισσότερο.
•η γενιά μου μεγάλωσε με υποσχέσεις.
μας είπαν ότι η μόρφωση είναι ασανσέρ, η δουλειά εισιτήριο, η πατρίδα σπίτι.
όμως όταν ήρθε η ώρα, το ασανσέρ σταμάτησε ανάμεσα στους ορόφους κι εμείς μείναμε εγκλωβισμένοι με μια βαλίτσα όνειρα και μια απόδειξη στο χέρι.
δουλεύουμε, αλλά δεν ζούμε.
σπουδάσαμε, αλλά δεν ανήκουμε.
μαζεύουμε εισιτήρια, όχι αναμνήσεις.
κι όμως — δεν λυγίσαμε.
δεν μάθαμε να παρακαλάμε.
μάθαμε να παλεύουμε.
κάθε μέρα, κάθε ώρα, με λάθη, με θυμό, με αξιοπρέπεια.
η ιθάκη δεν είναι νησί.
είναι δικαίωμα.
και αυτό το βιβλίο είναι σημειώσεις από τη διαδρομή.
ούτε μελόδραμα, ούτε έπος.
αλήθεια μόνο.
•δεν ζητάμε χάρη.
ζητάμε μέλλον.
δεν ζητάμε προνόμια.
ζητάμε αξιοπρέπεια.
θέλουμε σπίτι, όχι φιλοξενία.
θέλουμε δουλειά, όχι επιβίωση.
θέλουμε εκπαίδευση που ανοίγει πόρτες, όχι δάνεια που τις κλείνουν.
δεν ανεχόμαστε άλλο την κανονικότητα της έλλειψης.
κανείς δεν χρωστάει να φεύγει για να ζήσει.
κανείς δεν πρέπει να ντρέπεται γιατί θέλει τα αυτονόητα.
η γενιά μας δεν απέτυχε.
η χώρα μας χρωστάει.
κι αν δεν μας δώσουν δρόμο, θα τον ανοίξουμε μόνοι μας.
η ιθάκη των 28 ευρώ δεν είναι ταξίδι αναψυχής.
είναι διεκδίκηση.
είναι πείσμα.
είναι συνέπεια.
είναι η μάχη να μην συνηθίσουμε να ζούμε λιγότερο απ’ όσο αξίζουμε.
Ήμουνα δώδεκα χρονών
γέννημα θρέμμα των καιρών
ότι είχα σκάσει απ’ τ’αυγό
κι είπα στη μάνα μου θα βγω, να δω τον κόσμο
Έκλεισα τα δεκαοχτώ, παράτησα το πατρικό
φίλους δεν είχα να σκεφτώ
ξεμπέρδεψα με το στρατό
και πήρα δρόμο
Έβγαλα εισιτήριο,
μακρύ ταξίδι ξεκινά
κανείς δεν φεύγει αληθινά,
αν ότι τον πονά, δεν το ξεχάσει
Τρένο η ψυχή μυστήριο
δεν κάνει στάση πουθενά
περνάει απάτητα βουνά
ζητώντας μια γωνιά να ξαποστάσει
Ως τα τριάντα είχα βρει το βήμα μου μες στη ζωή
ένιωσα λίγη σιγουριά
μα κάτι μ ’έτρωγε βαθιά
να συνεχίσω
Πέρασα πόλεις και χωριά
γνώρισα ανθρώπους και θεριά
γίναν τα χρόνια μου βαριά
μα δε μου πήγαινε καρδιά, να κάνω πίσω
