
iloveithaki.gr, 20/11/2025
ένα χρονογράφημα για γουρούνια από τον νιονιό τον μανιά του μήδη
όλοι ξέρουν.
κι όμως κάνουν πως δεν.
οι ευρωπαίοι ηγέτες.
μια παρέλαση από τσίρκο.
ειδικά η γαλλία.
γελοιότητα με περικεφαλαία.
βγαίνει ο στρατάρχης του καναπέ.
λέει στο λαό να ετοιμάσει στομάχι για πείνα.
όχι για δίαιτα.
για τους ρώσους.
που δεν μπήκαν ποτέ στην ευρώπη.
αλλά τέλος πάντων.
έχουμε φαντασία.
μέτρα.
άλλα μέτρα.
κι άλλα.
είκοσι φορές μέτρα.
κι η ρωσία συνεχίζει νεράκι.
οι λαοί όμως;
στραγγίζουν.
και μετά μας λένε ότι φταίει το ρεύμα, ο καιρός, ο ανάδρομος.
κι όλοι το βλέπουν.
ο κόσμος το ’χει τούμπανο.
οι κυβερνήσεις κρυφό καμάρι.
γιατί το κάνουν;
ποιος ξέρει.
ίσως τους αρέσει το κατρακύλισμα.
όσο για την ουκρανία.
όλοι ξέρουν.
αν δεν έμπαινε η αμερική με το νταούλι.
ο πόλεμος θα ’χε κλείσει χρόνο και θα είχε τελειώσει.
αλλά είπαμε.
κι άλλοι παίζουν στη σκηνή.
κι άλλοι γράφουν το σενάριο.
πάμε στα δικά μας.
να γελάσουμε λίγο.
να κλάψουμε άλλο τόσο.
η κυβέρνηση.
τρέχει με τον φραπέ στο χέρι.
προσπαθεί να σκεπάσει την ιστορία του οπεκεπε.
κωμωδία;
τραγωδία;
ό,τι θες.
φτάνει να μην ανοίξουν στόματα.
γιατί τότε…
άστο καλύτερα.
θα τρίζουν καρέκλες.
ίσως και πόρτες φυλακής.
αλλά αυτά τα ξέρει μόνο η φαντασία.
και ο κόσμος που γελάει πικρά.
και τώρα το νησί μας.
το θιάκι.
για την ιθάκη μιλάμε, όχι για μύθους.
εγώ δεν πιστεύω τίποτα πια.
βγάζουν πράγματα στη φόρα.
τάχα ανάπτυξη.
χρόνια τα ίδια.
άδειες.
χαρτιά.
περιβαλλοντικά.
μπερδέματα που πνίγουν την ελπίδα όπως τα φύκια στις παραλίες.
πότε θα αρχίσει, λέει, το έργο στο φιλατρό.
της οικογένειας τάδε.
ποιος ξέρει.
κανείς δεν λέει.
εγώ λέω απλό πράγμα.
βοηθήστε τους δικούς μας.
τα παιδιά του τόπου.
να μείνουν.
να ζήσουν.
να κάνουν ρίζες.
όχι τις εταιρείες που έρχονται σαν καλοκαιρινά φαντάσματα.
πίνουν το μερίδιο τους.
φεύγουν.
κι αφήνουν πίσω έρημο και σκόνη.
λένε για έργα.
λένε για ανάπτυξη.
τελικά;
20 παιδιά γκαρσόνια.
κι άλλη μια παραλία θαμμένη.
για το καλό μας πάντα.
να μην ξεχάσω.
τα άγρια γουρούνια.
ίσως τα αυξήσουν λέει.
τουριστική ατραξιόν.
τα γουρούνια μπροστά.
κι εμείς θεατές.
μαύρα χάλια πατριωτάκια.
πάμε παρακάτω.
τι να κάνουμε.
βλέπουμε.
και γράφουμε.
για να μην πούμε ότι δεν μιλήσαμε.
κι κάτι ακόμα.
αν θέλουμε εξέλιξη στ’ αλήθεια.
όχι μακέτες.
όχι δελτία τύπου.
τότε πρέπει να παλέψουμε μόνοι μας.
εμείς.
οι ντόπιοι.
οι άνθρωποι του τόπου.
κανείς δεν θα μας τη χαρίσει την πρόοδο.
καμιά εταιρεία.
κανένας σωτήρας.
καμία κυβέρνηση που θυμάται το νησί μόνο στις εκλογές.
αν θέλουμε μέλλον εδώ.
να το χτίσουμε με τα χέρια μας.
να σταθούμε όρθιοι μόνοι μας.
και να μην περιμένουμε από άλλους να μας σώσουν.
έτσι έρχεται η πραγματική ανάπτυξη.
από αυτούς που μένουν.
κι όχι από αυτούς που περνάνε, τρώνε, και φεύγουν.
Υπάρχουν νύχτες που τ’ αστέρια φωλιάζουν στο σκοτάδι
και δεν ζητάν απ’ το φεγγάρι ούτε ένα χάδι
ούτε φως· φοβούνται τη λάσπη που `χει κάτω
σ’ αυτό που o χρόνος και οι Θεοί φτιάξανε βάλτο.
Για να `χει ο θάνατος παραμύθι που να πείθει
ότι χαθήκανε στο βούρκο όλοι οι μύθοι
και θα μείνουνε για πάντα εκεί θαμμένοι
με τη ζωή μονάχη να τους περιμένει.
Μια τέτοια νύχτα που αλήθεια κερνούσε το φεγγάρι
πήρε ξανά η αλεπού το θάνατο χαμπάρι
άναψε φωτιά σε λάθος μέρος κι όσοι πήγαν
κανείς δεν έμαθε ποτέ και πότε φύγαν.
Κάποιος είπε ότι έχουν γίνει ερπετά και ζουν ακόμα
με ό,τι σάπιο περισσεύει για να τρώνε από το χώμα
κάποιος άλλος τα `χει δει λέει να πετάνε
να κλέβουν απ’ τον ήλιο και στη νύχτα να γυρνάνε.
Εγώ τα είδα να τα πίνουν με το θάνατο παρέα
κι εκεί που όλα ήταν ωραία
απ’ τη χαρά τους ξεγυμνώθηκαν τότε μπροστά του
κι εκείνος είδε τα σημάδια όμως του βάλτου.
Είδε που λες κάθε παλιό του σημάδι
κι ένοιωσε ωραία που είχε απλώσει τόσο το σκοτάδι
στις ψυχές τους κι είχε σβήσει όσα παλιότερα είχαν νιώσει
μα αν τρέξουν αίμα οι πληγές ποιος θα γλιτώσει.
Μήπως εκείνος που σερνότανε ή εκείνος που πετούσε
κι από ψηλά μας κοιτούσε
ή εκείνος που `χε βάλει την ουρά του μες τα σκέλια
κι έκανε το θάνατο να σκάσει από τα γέλια.
Δεν ξέρω φίλε η ιστορία καν πως θα τελειώσει
κι αν κανένας απ’ αυτούς θα ’χει γλιτώσει
μέχρι τον μύθο να τελειώσω πολλά θα κλέψω απ’ τη χαρά του
κι αν τσαντιστεί ξανά η αφεντιά του.
Θα φτιάξω κι άλλο πιο καλό και πιο μεγάλο
και σεργιάνι μες την νύχτα πάλι θα το βγάλω
στα πιο απίθανα του ουρανού λημέρια
να ξεβρακώσει από το φως όλα τ’ αστέρια.
Κι αν ξαναβάλει την στολή του θεριστή
πάλι μαλάκας το ξέρω θα πιαστεί
όταν κόψει όλα τα στάχυα δε θα `χει τίποτα από κάτω
γιατί οι σπόροι γίναν μύθοι μες στο βάλτο.
Όταν ήμουνα αντίκρυ θανάτου
του `χα πει να μην τα θέλει όλα δικά του
αν δε θέλει να χαθεί η ομορφιά του
Για πάντα μέσα στους μύθους του βάλτου,
μα εκείνος τα’θελε όλα δικά του
Για να χαρεί μοναχά η αφεντιά του,
γι’ αυτο του κλέβω λίγο απ’ τη χαρά του
με ένα μύθο καινούριο του βάλτου.
Με τα ερπετά αγκαλιά στου φεγγαριού την κουπαστή
και με την γκέι τη στολή του θεριστή
στήνει παιχνίδια ο θάνατος στο βάλτο
γι’ αυτό σας χώσαμε ένα μύθο μας φευγάτο.
