
iloveithaki.gr, 1/11/2025
✅ πολιτικό-υπαρξιακό δοκίμιο για τον σύγχρονο κόσμο του νιόνιου του μανιά του μήδη
ζει ο κόσμος μια μετακίνηση.
όχι φωνές, όχι βροντές.
μια αργή μετατόπιση ισχύος, σαν παλίρροια.
οι παλιοί βεβαιωμένοι κουράστηκαν.
η δύση αμφιβάλλει για τον εαυτό της.
η αμερική δεν έχει πια όλα τα χαρτιά στο χέρι.
η ευρώπη σκέφτεται περισσότερο απ’ όσο δρά.
ο πόλεμος στην ουκρανία το δείχνει:
κανείς δεν βγαίνει αλώβητος, κανείς δεν κερδίζει εύκολα.
στην άλλη πλευρά, άνοδος.
κίνα σταθερή, σιωπηλή, αστραφτερή και ψυχρή.
ρωσία πεισματάρα, ανθεκτική, έτοιμη για μακρά αναμέτρηση.
η ινδία κοιτά μόνο μπροστά, χωρίς σημαίες.
ο νότος του κόσμου ζητά φωνή, όχι άδεια.
κι ανάμεσα σε όλα αυτά, μια σπίθα στη βενεζουέλα.
κάποτε τέτοιες κρίσεις τέλειωναν πριν αρχίσουν.
τώρα κάθε κίνηση φοβίζει.
κανείς δεν θέλει φωτιά κοντά στο σπίτι του.
οι ισορροπίες έγιναν εύθραυστες, τα νεύρα τεντωμένα.
η οικονομία λαχανιάζει.
ενέργεια ακριβή.
κοινωνίες κουρασμένες.
οι άνθρωποι νιώθουν ότι κάτι αλλάζει,
αλλά κανείς δεν ξέρει πού θα κάτσει η σκόνη.
όλα αυτά δεν σημαίνουν τέλος.
σημαίνουν τέλος της βεβαιότητας.
ο κόσμος δεν γκρεμίζεται· μετασχηματίζεται.
και όποιος νομίζει ότι θα μείνει ίδιος,
θα μείνει πίσω.
οι κρίσεις δεν τελειώνουν· εναλλάσσονται.
η τεχνολογία τρέχει πιο γρήγορα από εμάς.
η φύση μάς θυμίζει πως δεν είμαστε το κέντρο.
η πολιτική παλεύει να προλάβει νέες πραγματικότητες.
κι έτσι μένει το ερώτημα:
αντέχει ο πλανήτης.
η γη έχει χρόνο.
εμείς όμως;
οι συνήθειές μας, οι αυταπάτες μας, οι αδράνειές μας;
πόσο ακόμα θα μας επιτρέπει να παίζουμε με φλόγες πάνω της;
ο κόσμος δεν μας χρωστάει συνέχεια.
ούτε ασφάλεια. ούτε πρωτοκαθεδρίες.
η εποχή απαιτεί ωριμότητα, όχι ένστικτο.
συνεργασία, όχι βεβαιότητες.
συγκατάβαση, όχι αλαζονεία.
η ιστορία δεν τελειώνει.
αλλά οι ιστορίες μας αλλάζουν.
και τώρα όλοι το νιώθουμε:
ή θα μάθουμε να ζούμε πιο σοφά,
ή θα μάθουμε με τον δύσκολο τρόπο.
δυνατοί του κόσμου,
σεβαστείτε τους λαούς σας.
ο πλανήτης δεν είναι παιχνίδι σας.
είναι σπίτι μας
Μαλαματένια λόγια
Μαλαματένια λόγια στο μαντήλι τα βρήκα στο σεργιάνι μου προχθές τ’ αλφαβητάρι πάνω στο τριφύλλι σου μάθαινε το αύριο και το χθες μα εγώ περνούσα τη στερνή την πύλη με του καιρού δεμένος τις κλωστές.
Τ’ αηδόνια σε χτικιάσανε στην Τροία που στράγγιξες χαμένα μια γενιά καλύτερα να σ’ έλεγαν Μαρία και να ’σουν ράφτρα μες στην Κοκκινιά κι όχι να ζεις μ’ αυτή την κομπανία και να μην ξέρεις τ’ άστρο του φονιά.
Γυρίσανε πολλοί σημαδεμένοι απ’ του καιρού την άγρια πληρωμή στο μεσοστράτι τέσσερις ανέμοι τους πήραν για σεργιάνι μια στιγμή και βρήκανε τη φλόγα που δεν τρέμει και το μαράζι δίχως αφορμή.
Και σαν τους άλλους χάθηκαν κι εκείνοι τους βρήκαν να γαβγίζουν στα μισά κι απ’ το παλιό μαρτύριο να ’χει μείνει ένα σκυλί τη νύχτα να διψά γυναίκες στη γωνιά μ’ ασετυλίνη παραμιλούν στην ακροθαλασσιά.
Και στ’ ανοιχτά του κόσμου τα καμιόνια θα ξεφορτώνουν στην Καισαριανή πώς έγινε με τούτο τον αιώνα και γύρισε καπάκι η ζωή πώς το ’φεραν η μοίρα και τα χρόνια να μην ακούσεις έναν ποιητή.
Του κόσμου ποιος το λύνει το κουβάρι ποιος είναι καπετάνιος στα βουνά ποιος δίνει την αγάπη και τη χάρη και στις μυρτιές του Άδη σεργιανά μαλαματένια λόγια στο χορτάρι ποιος βρίσκει για την άλλη τη γενιά.
Με δέσαν στα στενά και στους κανόνες και ξημερώματα Παρασκευή τοξότες φάλαγγες και λεγεώνες με πήραν και με βάλαν σε κλουβί και στα υπόγεια ζάρια τους αιώνες παιχνίδι παίζουν οι αργυραμοιβοί.
Ζητούσα τα μεγάλα τα κυνήγια κι όπως δεν ήμουν μάγκας και νταής περνούσα τα δικά σου δικαστήρια αφού στον Άδη μέσα θα με βρεις να με δικάσεις πάλι με μαρτύρια και σαν κακούργο να με τιμωρείς.
