ένα καυστικό σχόλιο για την κατάντια μας, από τον νιονιό τον μανιά του μήδη
αμφιβάλλω αν υπάρχει έλληνας που να καταλαβαίνει τι γίνεται γύρω του. ή κάνει πως δεν καταλαβαίνει. ή δεν θέλει να καταλάβει. κι έτσι πάμε όλοι μαζί, τρεκλίζοντας, από λάθος σε λάθος.
ο τσίπρας ανακοίνωσε νέο φορέα μέχρι το πάσχα. έσκασε σαν πετραδάκι στη λίμνη. και τα νερά φούσκωσαν. πανικό δεν είδα. μόνο σύγχυση. η κυβέρνηση το άκουσε και… τίποτα. ούτε μισό βλέμμα. λες και μιλούσε για τον καιρό.
για τους αγρότες όμως; εκεί σιωπή βαριά. όχι τυχαία. όταν δεν δίνεις σημασία σε ανθρώπους που σε ταΐζουν, κάτι φοβάσαι. όχι αυτούς. τα απόνερα. οπεκεπε. τέμπη. ακρίβεια που τρώει σάρκες. νοίκια που στραγγίζουν μισθούς. πείνα που δεν τη δείχνουν τα κανάλια. γιατί τα κανάλια τα πλήρωσαν. όχι οι αγρότες.
τα κοινωνικά δίκτυα βράζουν. όχι από γνώση. από χειραγώγηση. πληρωμένες ομάδες αλήθειας. τρολς με ωράριο. παπαγαλάκια με μπόνους. ό,τι χρειάζεται για να σκεπαστεί ένας φόβος. ποιος φόβος; ρωτάς λάθος. όλοι οι φόβοι μαζί.
και μέσα σε αυτό το χάος, λίγοι υπερασπίζονται τον τσίπρα. λίγοι αλλά σταθεροί. κι ας είναι απλήρωτοι. κι ας τους τρώει η λάσπη από παντού. αυτό κάτι λέει. για αυτούς. και για όλους τους άλλους.
κρίμα. οι κόποι του έλληνα πού πάνε; σε γραφεία επικοινωνίας. σε μιντιακές κατασκευές. σε τρομοκρατημένα υπουργεία. σε μια χώρα που παριστάνει ότι αναπνέει.
κι εμείς; βλέπουμε. περιμένουμε. κι όσο περιμένουμε, χανόμαστε
κι ένα τελευταίο για το θιάκι. ο δήμαρχος στανίτσας παλεύει. για τις γιορτές. για το κοινωνικό παντοπωλείο. για να διαφημίσει τον τόπο. μα η μαυρίλα δεν πολεμιέται εύκολα. η σκιά είναι βαριά. κι ο κακός μας ο καιρός εκόλυσε πάνω μας. κι εδώ τα τρολς δεν σταματάνε. πού; στο θιάκι. πάνω σ’ ένα βράχο που έχει βγει για πούλημα.
υγ: τρολ είναι χρήστες στο διαδίκτυο που σχολιάζουν επίτηδες προκλητικά, ψεύτικα ή επιθετικά, για να μπερδέψουν, να χειραγωγήσουν ή να προκαλέσουν φασαρία. πολλές φορές δουλεύουν οργανωμένα, με στόχο να αλλάξουν τη συζήτηση ή να χτυπήσουν κάποιον αντίπαλο.
Οι μάγκεσ δεν υπάρχουν πια Τουσ πάτησε το τρένο Με μάγκικο σαλπάρανε Με ναργιλέ σβησμένο
Μεγάλωσε ο μπαγλαμάσ Κι έγινε σαν βαπόρι Παλιοί καημοί στ’ αμπάρι του Στο πουθενά η πλώρη
Σε λαϊκή στεκότανε Ο χάροσ και πουλιότανε Και μια γριά καλή γριά Του αγοράζει δυο κιλά
Οι μάγκεσ δεν υπάρχουν πια Τουσ πάτησε το τρένο Με μάγκικο σαλπάρανε Με ναργιλέ σβησμένο